Αειφορική ανάπτυξη: Μύθος ή πραγματικότητα;

«...Στο επίπεδο της οικονομίας, εάν το περιβάλλον ιδωθεί στενά, τότε η περισσότερη ρύπανση και η μεγαλύτερη μόλυνση θα αποτελέσουν ελπιδοφόρες προϋποθέσεις για μεγαλύτερα κέρδη της «σωτήριας» αντιρρυπαντικής βιομηχανίας, που θα αποτελεί ίσως την πιο κερδοφόρα θυγατρική των ομίλων των ρυπαινουσών βιομηχανιών...»[1]



1. Η βιώσιμη ( αειφορική / αυτοσυντηρούμενη ) ανάπτυξη

Η επιτροπή του Ο.Η.Ε. για το περιβάλλον και την ανάπτυξη (WCED 1987), συμπέρανε πως απαιτείται να βρεθεί « ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο να εγγυάται όχι μόνο την πρόοδο κάποιων ανθρώπων που κατοικούν σε ορισμένα μέρη του κόσμου αυτού, αλλά την πρόοδο των ανθρώπων όλου του πλανήτη στο διηνεκές». Η επιτροπή αυτή όρισε λοιπόν πώς:
‘’Βιώσιμη ή αυτοσυντηρούμενη ή αειφορική (Sustainable) ανάπτυξη, είναι αυτή που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να μειώνει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών ανθρώπων να ικανοποιήσουν τις δικές τους.’’
Από οικονομική άποψη, ο όρος αειφόρος ανάπτυξη, για τις πλούσιες χώρες της δύσης σημαίνει αναγκαστική μείωση των ποσών ενέργειας και φυσικών πόρων που καταναλώνουν. Ο δρόμος για να επιτευχθεί αυτό απαιτεί την χρήση νέων τεχνολογιών παραγωγής ενέργειας (ΑΠΕ κ.α.), αλλά κυρίως μιας στροφής στην φιλοσοφία των δυτικών κοινωνιών μέσω μιας γενικότερης αλλαγής του τρόπου ζωής αυτών. Σίγουρα οι ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες έχουν και ηθική υπευθυνότητα για την υλοποίηση της αναπτυξιακής αειφορικής επιλογής. Είναι αυτές που κυρίως ρύπαναν τον πλανήτη μέχρι σήμερα και , επιπλέον, έχουν τα οικονομικά και τεχνολογικά μέσα και το κατάλληλα εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό για να ξεκινήσουν το μετασχηματισμό αυτόν όχι μόνο στο εσωτερικό των κοινωνιών του βορρά αλλά και να τον προάγουν στις χώρες του (υποανάπτυκτου) νότου. Αντίθετα για τις χώρες του τρίτου κόσμου, βιώσιμη ανάπτυξη σημαίνει ανύψωση του βιοτικού επιπέδου τους. Για τους ανθρώπους που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις βασικές τους ανάγκες και δεν έχουν καμία βεβαιότητα για το αύριο, σίγουρα δεν έχει κανένα νόημα η αειφορικότητα. Προκειμένου να ξεφύγουν από την φτώχεια, θα μετέλθουν οποιοδήποτε μέσο, όσο περιβαλλοντικά επιζήμιο και αν είναι, ενώ η ανασφάλεια τους θα τους σπρώχνει προς αυξημένη τεκνογονία. Στο Βορρά από την άλλη αειφόρο ανάπτυξη σημαίνει, επίσης, μεταφορά φυσικών πόρων, κεφαλαίων και εργασίας προς τομείς όπως η παιδεία, η υγεία, ο πολιτισμός.
Όσον αφορά τον ανθρώπινο πληθυσμό του πλανήτη, αειφορική ανάπτυξη σημαίνει σταθεροποίηση των ανθρωπίνων αριθμών (πληθυσμού), δεδομένου πως οι σημερινοί αριθμοί αύξησης αντιμάχονται οποιουδήποτε είδους οικονομική ανάπτυξη και στερούν φυσικούς πόρους από γενιές ανθρώπων που δεν έχουν ακόμα γεννηθεί!

Σε σύνοψη, η ανάπτυξη αυτού του είδους, απαιτεί ταυτόχρονα προστασία των φυσικών πόρων (μέσω της ορθολογικής διαχείρισής τους) αλλά και αύξηση της παραγωγής τροφής έτσι ώστε αυτή να επαρκέσει για έναν διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό, στόχοι που μερικές φορές βρίσκονται σε σύγκρουση. Σημαίνει επίσης μείωση όλων των ειδών ρύπανσης του αέρα και του νερού, καθώς και την προστασία των οικοσυστημάτων εκείνων που εγγυώνται την μακροημέρευση της βιοποικιλότητας, όπως τα τροπικά δάση (Αμαζόνιος), οι υγρότοποι αλλά και των ιδιαίτερα ευαίσθητων οικοσυστημάτων όπως της Ανταρκτικής, ώστε η πρωτοφανής στα χρονικά του πλανήτη ταχύτατη εξάλειψη ειδών να καμφθεί ή τουλάχιστον να επιστρέψει στα επίπεδα που η φύση όριζε. Σημαίνει προστασία του παγκόσμιου περιβάλλοντος από μείζονες αλλαγές στην σύσταση της ατμόσφαιρας, οι οποίες έχουν σαν αποτέλεσμα αλλαγές στο κλίμα του πλανήτη (φαινόμενο του θερμοκηπίου), τροποποιώντας έτσι ριζικά και προς το χειρότερο τη γη που θα κληροδοτηθεί στις επόμενες γενεές.

Σχήμα: Η οικονομία αποτελεί υποσύνολο της κοινωνίας και οι δύο μαζί υποσύνολα του περιβάλλοντος και όχι το αντίστροφο.


2 Μια διαφορετική οικονομική προσέγγιση.

Η οικονομική ανάπτυξη και η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί τελικά να μην είναι τόσο αντικρουόμενες και αλληλοαποκλειόμενες έννοιες, όπως πολύ λανθασμένα πιστεύεται σήμερα. Το ενεργειακό μοντέλο που ακολουθείται σήμερα σχετίζεται άμεσα με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Αυτά τα περιβαλλοντικά προβλήματα με την σειρά τους λειτουργούν αρνητικά για την οικονομική ανάπτυξη. Επομένως είναι αναγκαίος ένας διαφορετικός τρόπος θεώρησης των πραγμάτων, πράγμα το οποίο η παλαιά οικονομική θεωρία αδυνατεί να αντεπεξέλθει αν δεν πραγματοποιήσει ριζοσπαστικές τομές και αλλαγές. Ούτε η οικονομία είναι μόνο εργαλείο παραγωγής πλούτου, ούτε αναμφίβολα, η οικολογία μόνο εργαλείο προστασίας της φύσης. Αμφότεροι τομείς είναι αναγκαίοι για την ανάπτυξη. Βέβαια το πρόβλημα της συγχώνευσης και της κοινής πλέον διαδρομής αυτών των δύο γνωστικών πεδίων είναι πολύ μακριά ακόμα. [2]

Τι γίνεται όμως με το λεγόμενο εξωτερικό κόστος; Η παραγόμενη ρύπανση, οι προκαλούμενες ασθένειες, η αισθητική ρύπανση, η εξάντληση του νερού, η ρύπανση των υδροφόρων οριζόντων, είναι ατυχή γεγονότα για τα οποία κανείς δεν αισθάνεται υποχρεωμένος να πληρώσει. Και μπορεί άραγε να αποτιμηθούν τα παραπάνω σε οικονομικούς όρους χρήματος; Για αρκετά χρόνια υπήρχε η αντίληψη ό,τι αρκούσε μια καταγραφή των οικονομικών ζημιών που προέκυπταν από μια περιβαλλοντικά λανθασμένη κίνηση, ώστε να αποζημιωθούν οι πληγέντες. Αυτό βέβαια στην οικονομική θεωρία στηριζόταν στο γεγονός ό,τι η παραγωγή όλων σχεδόν των καταναλωτικών αγαθών παράγει ταυτόχρονα και παραπροϊόντα με σοβαρότατες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Το κόστος αυτών των επιπτώσεων σχεδιαζόταν να συμπεριληφθεί στην τελική τιμή των παραγόμενων προϊόντων η οποία ασφαλώς πάντα μετακυλύεται στον καταναλωτή. Αυτό το κόστος αν δεν πληρωθεί δε, τελικά, από τον καταναλωτή καταλήγει να αποτελεί κοινωνικό κόστος, το οποίο επωμίζεται όλη η κοινωνία και το πληρώνει μέσω της φορολογίας. Κάθε τέτοιου είδους κόστος καλείται εξωτερικότητα διότι είναι «εξωτερικό» της διαδικασίας της αγοράς που, κατά τα άλλα, καθορίζουν την τιμή των καταναλωτικών αγαθών. Αυτές οι εξωτερικότητες παρέμειναν όμως, διότι κάθε ενσωμάτωσή τους στην τιμή ενός προϊόντος θα δημιουργούσε αποσταθεροποίηση στο οικονομικό σύστημα. Παρ’ όλα αυτά δεν θα έπρεπε να υποθέσει ό,τι απορρίπτονται όλα τα οικονομικά εργαλεία που πιθανώς θα βοηθούσαν στον περιορισμό των περιβαλλοντικών δεινών. Για παράδειγμα ο φόρος τον οποίο επιβάλλει η Ε.Ε. για να περιστείλει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα (CO2), και που προσπαθεί να ενσωματώσει το περιβαλλοντικό κόστος στο κόστος της ενέργειας, μπορεί αποτελέσει «πειστικό» εργαλείο για την αποθάρρυνση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Παρόλα αυτά η καθημερινή εμπειρία και οι θεωρητικές αναζητήσεις, φαίνεται να εδραιώνουν την πεποίθηση πως η εμμονή στο δόγμα « ο ρυπαίνων πληρώνει» σαν γενικά ισχύουσα αρχή, είναι λανθασμένη. Πως μπορεί αλήθεια να αποτιμηθεί ο ανθρώπινος θάνατος; Πως θα μπορούσε να αποτιμηθεί η ανθρώπινη ζωή; Πόση αξία έχει η επιφάνεια του πλανήτη που θα καλυφθεί από θαλασσινό νερό εξαιτίας του φαινόμενου του θερμοκηπίου στο εγγύς μέλλον ; Ερωτήματα με πολύ λεπτή και δύσκολη απάντηση (Αν υπάρχει!). [4]

Το Ζενίθ αυτής της λογικής που θέλει να αποτιμήσει τα πάντα σε οικονομικές μονάδες, οδηγεί πασιφανώς σε παράλογα συμπεράσματα αλλά και τρόπους σκέψης. [3]

Ο πιο γνωστός διανοητικός ακροβατισμός που συναντάται συχνότατα στην οικονομική επιστήμη, αφορά τον συσχετισμό του ΑΕΠ και της ποιότητας ζωής της αντίστοιχης κοινωνίας. Με λίγα λόγια, η ποσοτικοποίηση της ποιότητας είναι εξ ορισμού πολλές φορές μέγα ατόπημα.

Για να γίνουν πλήρως κατανοητά τα παραπάνω πρέπει να αποσαφηνίσουμε τους όρους ανάπτυξη και αύξηση. Αύξηση σημαίνει μεγαλύτερο μέγεθος μέσω αφομοίωσης ή ενσωμάτωσης υλικών. Ανάπτυξη σημαίνει επέκταση ή πραγματοποίηση των δυνατοτήτων αυτού που αναπτύσσεται. Η ποσοτική αύξηση και η ποιοτική βελτίωση ακολουθούν διαφορετικούς νόμους. Ο πλανήτης αναπτύσσεται στο χρόνο χωρίς να αυξάνει.

Αποτελεί η ουσία της αειφορίας το κλειδί για την απόδραση από το αδιέξοδο που έχει περιέλθει η ανθρωπότητα, βασισμένη στο σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο; Πιστεύουμε πως δεν είναι ακόμα αργά, αλλά αν δεν πράξουμε σύντομα βαθιές τομές, πιθανόν η κατάσταση να μην είναι πλέον αναστρέψιμη, ειδικά για τις δύστυχες γενεές που έπονται... Η οικονομία θα πρέπει τελικά να προσαρμοστεί σε ένα παρόμοιο μοντέλο ανάπτυξης. Αυτό αποτελεί ουσιαστικά την απόδειξη ό,τι ο πλανήτης, όντας υπερσύνολο, περικλείει την κοινωνία των ανθρώπων, που με την σειρά της περιέχει την οικονομία, που είναι υποσύνολο της, και όχι αντίστροφα. (βλ Σχήμα).. Ο μύθος της δήθεν εφαρμογής αειφορικών μεθόδων, μπορεί και πρέπει να γίνει πραγματικότητα! [5]


Καλημέρης Παναγιώτης
Οικονομολόγος, MSc ΕΜΠ
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

[1] Erich Fromm “To have or to Be?” , 1976

[2] Αλέξανδρος Γεωργόπουλος, «Γη – ένας μικρός και εύθραυστος πλανήτης» Αθήνα, 2000. Εκδόσεις Gutenberg

[3] Ανδρέας Τρούμπης, «Λόγια Οικολογία». Αθήνα, 1999 Εκδόσεις Τυπωθήτω

[4] Γεώργιος Αναγνωστόπουλος «Η φύση της φύσεως και το αφύσικο της φυσικότητας» Εταιρία αξιοποίησης και διαχείρισης περιουσίας Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Ξάνθη 1999.

[5] Καλημέρης Παναγιώτης – Κατσαγούνος Ηλίας, Μεταπτυχιακή Διατριβή: «Η συμβολή της Τηλεθέρμανσης (District Heating) στη βελτίωση της διαχείρισης των ενεργειακών πόρων» Ε.Μ.Π. MSc: «Techno – economical systems» Αθήνα 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:


________________________________________________
_________________________________________
________________________________