Εικόνα: Το γεφύρι του Κοιλαδίου είναι χτισμένο δίπλα στον ομώνυμο οικισμό του Δήμου Τσοτυλίου, και ενώνει τις όχθες του Τσαβαλεριώτικου ρέματος. Χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Χαρακτηριστικό της κατασκευής του είναι τα στηθαία του, που χτίστηκαν με μακριές κάθετες πέτρες και επιβίωσαν ως τις μέρες μας, αλλά και το χτίσιμο των βάθρων που έγινε κατά το ανισόδομο σύστημα.
Αυτό που κάνει το γεφύρι του Κοιλαδίου ξεχωριστό δεν είναι ή τεχνική του, ούτε η παλαιότητά του. Είναι η προφορική παράδοση που του δίνει μια ξεχωριστή ταυτότητα. Εξάλλου τι θα ήταν τα μνημεία χωρίς τις ιστορίες και τις παραδόσεις τους. Απλές, απρόσωπες κατασκευές, με τεχνική αξία μόνο. Τι θα ήταν επίσης αυτές οι ιστορίες ή οι θρύλοι χωρίς τα ίδια τα μνημεία; Απλά παραμύθια…
Αυτό που κάνει το γεφύρι του Κοιλαδίου ξεχωριστό δεν είναι ή τεχνική του, ούτε η παλαιότητά του. Είναι η προφορική παράδοση που του δίνει μια ξεχωριστή ταυτότητα. Εξάλλου τι θα ήταν τα μνημεία χωρίς τις ιστορίες και τις παραδόσεις τους. Απλές, απρόσωπες κατασκευές, με τεχνική αξία μόνο. Τι θα ήταν επίσης αυτές οι ιστορίες ή οι θρύλοι χωρίς τα ίδια τα μνημεία; Απλά παραμύθια…
Το 1905, και μετά από πολλές πλημμύρες που παρέσερνε τα μέχρι τότε ξύλινα γεφύρια του Κοιλαδίου, οι τότε Βαλαάδες κάτοικοί του (εξισλαμισμένοι Ελληνόφωνοι) αποφάσισαν να χτίσουν ένα πέτρινο γεφύρι. Όπως ιστορείται, το έργο το ανέθεσαν σε Πολυκαστανιώτες μαστόρους, οι οποίοι φθάνοντας στο Κοιλάδι, άνοιξαν βαθιά θεμέλια στους δυο αντίκρυ βράχους και ζήτησαν από τους κατοίκους του χωριού να θυσιάσουν ένα ζώο για να στεριώσει το γεφύρι. Οι κάτοικοι πρότειναν αρχικά έναν πετεινό και έπειτα ένα πρόβατο, αλλά οι μάστορες τα αρνήθηκαν και τα δύο γιατί είχαν βάλει στο μάτι το τριμηνίτικο μοσχάρι του Χότζα που έβοσκε παραδίπλα. Για να μην αποκαλύψουν τις προθέσεις τους στους Κοιλαδιώτες, πρότειναν να αποφασίσει το ίδιο το ρέμα τι θυσία θέλει. Έτσι περίμεναν μια μέρα που έβρεχε και αφουγκράστηκαν τη βουή του ρέματος στη χαράδρα. Η βουή ακουγόταν σαν μουγκρητό μόσχου, και έτσι οι Βαλαάδες πείστηκαν ότι έπρεπε να θυσιαστεί το μοσχάρι. Το μοσχάρι θυσιάστηκε, ψήθηκε στο φούρνο και οι μάστορες το έτρωγαν για δύο ημέρες. Σε είκοσι μέρες η κατασκευή του γεφυριού είχε τελειώσει.
Πίσω όμως από κάθε μύθο ή θρύλο, υπάρχει πάντα μια αλήθεια. Οι θυσίες ζώων για το στέριωμα κατασκευών, δεν περιορίζονται μόνο στα γεφύρια, πόσο μάλιστα στο γεφύρι Κοιλαδίου. Παραδείγματα «στοιχειώματος» υπάρχουν από όλο το Βαλκανικό χώρο. Η αντίληψη ότι «για να διατηρηθεί μια κατασκευή πρέπει να δεχθεί ζωή ή ψυχή» ήταν βασική. Στην περιοχή της Κοζάνης, όταν θεμελιώνονταν ένα σπίτι, έσφαζαν ένα ζώο. Θυσίες με πιο τελετουργικό και εθιμικό χαρακτήρα είναι το «κουρμπάνι –ή γουρπάνι- της Αγίας Παρασκευής» στο Δασύλλειο Γρεβενών, στον Πολύφυτο και στο Πλατανόρεμα Κοζάνης και σε άλλα χωριά.
Όσο πιο μεγάλη ήταν η θυσία, δηλαδή όσο πιο μεγάλο, δυνατό, και χρήσιμο το ζώο, τόσο πιο αποτρεπτική δύναμη είχε. Υπάρχουν περιπτώσεις που λέγεται ότι χρειάστηκε να θυσιαστούν άνθρωποι, όπως το γεφύρι της Άρτας και ο οικισμός του Πελεκάνου στο Βόιο. Άσχετα αν αυτές οι ιστορίες για ανθρωποθυσίες ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, υποδηλώνουν τη δυσκολία που είχε η θεμελίωση ενός γεφυριού στον ορμητικό Άραχθο και την έκταση της επιδημίας που είχε ξεσπάσει στο Βόιο και απειλούσε τον οικισμό του Πελεκάνου.
Για να πιάσει η θυσία, το θύμα έπρεπε να θυσιαστεί εκούσια. Πριν τη θυσία γύρω από τον τόπο «προστασίας» χαράσσονταν ένας μαγικός κύκλος, μέσα στον οποίο ζούσε το «στοιχειό» και προστάτευε την κατασκευή από τις «κακές δυνάμεις» της φύσης. Πολλές φορές, κατά τη διεξαγωγή της θυσίας, κρεμούσαν στο θύμα πέτρες, τις οποίες χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή μετά τη θυσία. Όσο πιο δυνατό ήταν το υλικό της πέτρας, τόσο πιο αποτελεσματική η δύναμη του στοιχειού (“Ομοιοπαθητική” μαγεία).
Η ιστορία του ανθρώπινου είδους, είναι η ιστορία των προσπαθειών του να ελέγξει τα στοιχεία της φύσης προς όφελός του, ώστε να επιβιώσει και να ευημερήσει. Σε αυτόν τον αγώνα, έριξε το μυαλό του, την επιστήμη και την τεχνολογία του, και όταν αυτά δεν επαρκούσαν ζητούσε βοήθεια από ανώτερες δυνάμεις. Οι καιροί και οι άνθρωποι βέβαια αλλάζουν, οι ανθρωποθυσίες της αρχαιότητας αντικαταστάθηκαν με θυσίες ζώων και στη συνέχεια με αναίμακτες θυσίες, ή απλούς αγιασμούς. Σήμερα, στην τεχνοκρατική εποχή μας, για να στεριώσει ένα γεφύρι γνωρίζουμε ότι χρειάζεται σωστή επιστημονική μελέτη και κατασκευή. Εάν το ρέμα πλημμυρίσει, το έδαφος υποχωρήσει και γενικά η κατασκευή αστοχήσει, δε φταίει ότι δε θυσιάσαμε κάποιο μοσχάρι στο ρέμα, αλλά ότι δε θυσιάσαμε τον απαραίτητο χρόνο και χρήμα στη μελέτη και την κατασκευή του γεφυριού. Γνωρίζουμε επίσης, ότι η φύση δεν είναι κάποια «κακή δύναμη» που εκδικείται, και θέλει θυσίες για να εξευμενιστεί, αλλά ένα πολύπλοκο σύνολο, μέρος του οποίου είμαστε κι εμείς. Κάθε τέτοιο φυσικό σύστημα θέλει κατανόηση και προσοχή στη διαχείριση του, όχι για να μη «θυμώσει», αλλά για να μην αντιδράσει σε άστοχες ανθρωπογενείς επεμβάσεις με τρόπο καταστροφικό για το είδος μας.
Ίσως η εποχή μας να είναι πιο πεζή και «νερόβραστη» από την εποχή των θυσιών στα γεφύρια. Ευτυχώς που τα γεφύρια αυτά υπάρχουν ακόμα, για να μας θυμίζουν άλλες εποχές, άλλες σχέσεις ανθρώπου- φύσης, να μας κεντρίζουν να δραπετεύουμε τα Σαββατοκύριακα, να επιστρέφουμε στη φύση και –νοερά- στη μυστηριώδη ατμόσφαιρα του παρελθόντος .
28 Δεκεμβρίου 2007
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
Πίσω όμως από κάθε μύθο ή θρύλο, υπάρχει πάντα μια αλήθεια. Οι θυσίες ζώων για το στέριωμα κατασκευών, δεν περιορίζονται μόνο στα γεφύρια, πόσο μάλιστα στο γεφύρι Κοιλαδίου. Παραδείγματα «στοιχειώματος» υπάρχουν από όλο το Βαλκανικό χώρο. Η αντίληψη ότι «για να διατηρηθεί μια κατασκευή πρέπει να δεχθεί ζωή ή ψυχή» ήταν βασική. Στην περιοχή της Κοζάνης, όταν θεμελιώνονταν ένα σπίτι, έσφαζαν ένα ζώο. Θυσίες με πιο τελετουργικό και εθιμικό χαρακτήρα είναι το «κουρμπάνι –ή γουρπάνι- της Αγίας Παρασκευής» στο Δασύλλειο Γρεβενών, στον Πολύφυτο και στο Πλατανόρεμα Κοζάνης και σε άλλα χωριά.
Όσο πιο μεγάλη ήταν η θυσία, δηλαδή όσο πιο μεγάλο, δυνατό, και χρήσιμο το ζώο, τόσο πιο αποτρεπτική δύναμη είχε. Υπάρχουν περιπτώσεις που λέγεται ότι χρειάστηκε να θυσιαστούν άνθρωποι, όπως το γεφύρι της Άρτας και ο οικισμός του Πελεκάνου στο Βόιο. Άσχετα αν αυτές οι ιστορίες για ανθρωποθυσίες ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, υποδηλώνουν τη δυσκολία που είχε η θεμελίωση ενός γεφυριού στον ορμητικό Άραχθο και την έκταση της επιδημίας που είχε ξεσπάσει στο Βόιο και απειλούσε τον οικισμό του Πελεκάνου.
Για να πιάσει η θυσία, το θύμα έπρεπε να θυσιαστεί εκούσια. Πριν τη θυσία γύρω από τον τόπο «προστασίας» χαράσσονταν ένας μαγικός κύκλος, μέσα στον οποίο ζούσε το «στοιχειό» και προστάτευε την κατασκευή από τις «κακές δυνάμεις» της φύσης. Πολλές φορές, κατά τη διεξαγωγή της θυσίας, κρεμούσαν στο θύμα πέτρες, τις οποίες χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή μετά τη θυσία. Όσο πιο δυνατό ήταν το υλικό της πέτρας, τόσο πιο αποτελεσματική η δύναμη του στοιχειού (“Ομοιοπαθητική” μαγεία).
Η ιστορία του ανθρώπινου είδους, είναι η ιστορία των προσπαθειών του να ελέγξει τα στοιχεία της φύσης προς όφελός του, ώστε να επιβιώσει και να ευημερήσει. Σε αυτόν τον αγώνα, έριξε το μυαλό του, την επιστήμη και την τεχνολογία του, και όταν αυτά δεν επαρκούσαν ζητούσε βοήθεια από ανώτερες δυνάμεις. Οι καιροί και οι άνθρωποι βέβαια αλλάζουν, οι ανθρωποθυσίες της αρχαιότητας αντικαταστάθηκαν με θυσίες ζώων και στη συνέχεια με αναίμακτες θυσίες, ή απλούς αγιασμούς. Σήμερα, στην τεχνοκρατική εποχή μας, για να στεριώσει ένα γεφύρι γνωρίζουμε ότι χρειάζεται σωστή επιστημονική μελέτη και κατασκευή. Εάν το ρέμα πλημμυρίσει, το έδαφος υποχωρήσει και γενικά η κατασκευή αστοχήσει, δε φταίει ότι δε θυσιάσαμε κάποιο μοσχάρι στο ρέμα, αλλά ότι δε θυσιάσαμε τον απαραίτητο χρόνο και χρήμα στη μελέτη και την κατασκευή του γεφυριού. Γνωρίζουμε επίσης, ότι η φύση δεν είναι κάποια «κακή δύναμη» που εκδικείται, και θέλει θυσίες για να εξευμενιστεί, αλλά ένα πολύπλοκο σύνολο, μέρος του οποίου είμαστε κι εμείς. Κάθε τέτοιο φυσικό σύστημα θέλει κατανόηση και προσοχή στη διαχείριση του, όχι για να μη «θυμώσει», αλλά για να μην αντιδράσει σε άστοχες ανθρωπογενείς επεμβάσεις με τρόπο καταστροφικό για το είδος μας.
Ίσως η εποχή μας να είναι πιο πεζή και «νερόβραστη» από την εποχή των θυσιών στα γεφύρια. Ευτυχώς που τα γεφύρια αυτά υπάρχουν ακόμα, για να μας θυμίζουν άλλες εποχές, άλλες σχέσεις ανθρώπου- φύσης, να μας κεντρίζουν να δραπετεύουμε τα Σαββατοκύριακα, να επιστρέφουμε στη φύση και –νοερά- στη μυστηριώδη ατμόσφαιρα του παρελθόντος .
28 Δεκεμβρίου 2007
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου